Λορελάη
"Ποιητικά μόνον οικεί στ' αλήθεια ο άνθρωπος τη γης ετούτη" Martin Heidegger
Τρίτη 31 Μαρτίου 2020
Στον Γ.Α. που έφυγε νωρίς... σαν κρίμα...
Το τραγούδι της Άλης
"Arrivée de toujours, qui t΄ en iras partout"
Αρθούρος Ρεμπώ
-σαν πρόσωπο ανέτελλε-
έμοιαζε άλλοτε Βελλερεφόντης άγουρος
κι η τραγωδία αγέννητη
άλλοτε Προμηθέας διωγμένος
να σέρνεται η πίστη πίσω του αλαφιασμένη
-σαν πρόσωπο έδυε-
μέσ' από θάλασσα βουτούσε
κι ήτανε ψάρι αστραφτερό -σαν κύμα ανέτελλε-
έσβηνε πέρα στους φακούς ανεστραμμένο κυάλι
κι όλο μουρμούριζε κάτι που έλαμπε
κι αναρριχόταν μόνος
στις σκοτεινές πηγές και τα κρεβάτια ασθενής
-σαν κρίμα έδυε- γυμνός
τώρα σφαζόταν τώρα σκότωνε
κι ακολουθούσε τη γραμμή του εκτροχιασμού
το τραίνο πάντα σφύριζε ωστόσο
εκείνη την ανάλαφρη στροφή που τραγουδούσε στην καλή του επιστρέφοντας
κι αρπάζονταν στους κήπους τα πουλιά με τα φαντάσματα -σαν άνεμος ανέτελλε-
κι έπεφταν μ' αλεξίπτωτα οι τελευταίοι πολεμιστές
να παραδώσουν δέντρα στους βομβαρδισμένους
νεογνά
μέσ' απ' την καταιγίδα
έριχνε μια κλεφτή ματιά και έσπαγε -σαν μελωδία έδυε- απ' τα βουνά
που κουβαλούσε
και ρίζωνε στα γκράφιτι -ανέτελλε Θησέας-
και στους clochards των Αθηνών ψιθύριζε χρησμούς
γλιστρούσε
ανάμεσα στα δάχτυλά του ένα στριφτό τσιγάρο από παλιούς καπνούς
να μην τον πάρουν δάκρυα και φύγουν μακριά -Ιάσων έδυε-
πριν το ταξίδι
στριφογύριζε
στα μπλε-ρουά σκεπάσματα δενόταν μοναχός στα κύματα
και τις αυγές ξεσπούσε ανίκητος
παρασυρμένος από φοβερές νηστείες θανάτου
χτυπούσε
το σώμα της νεκρής επάνω στα παντζούρια -σαν πυρετός ανέτελλε-
μετανιωμένος
κι έτρεχε μέσ' στη νύχτα
να βρει ν' αχνίζει θηλυκό ψωμί
που έκαιγε σε φούρνο πρωινό
σουσάμι άνοιξε -σαν λάθος έδυε- γινόταν μάγος
-σαν έρωτας ανέτελλε- πνοή πάνω στο τζάμι
και σκόρπια κελαηδίσματα
ξυπνούσε νέος
να παίξει πάλι με τους βώλους τους κρυστάλλινους
και την κρατούσε σαν Σαλώμη
απ' τ' απαλό φουστάνι πριν χαθεί στο πάντα
-άνθρωπος έδυε-
τότε που αυτή τον αγαπούσε ως το θάνατο παντού
-μύθος ανέτελλε.
Από το αδημοσίευτο έργο "Έτους καρκινικού, ανήμερα των αρχαγγέλων"
https://www.youtube.com/watch?v=j-ROB8kI_fw
Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2019
Στεκόταν όρθιος, ακίνητος
και με
παρακολουθούσε
με τα τρυφερά του
μάτια
όμως ανέκφραστα σαν
να παραξενευόταν
όση ώρα σκούπιζα και
σφουγγάριζα
Εγώ αναρωτιόμουν
γιατί δεν πήγαινε να
κοιμηθεί
αφού να με βοηθήσει
δεν μπορούσε
Όταν
τελείωσα
κάθισα
στην πολυθρόνα της βεράντας
άναψα
τσιγάρο κι ήπια μια γουλιά καφέ
Τότε
ήρθε κι εκείνος
και
κουλουριάστηκε στα πόδια μου
Αποκοιμήθηκε
ήσυχα
Δεν
είχε πια λόγο να παραξενεύεται
για
τ' αλλόκοτα τ'
ανθρώπινα
ούτε
ν' ανησυχεί
για
την ψυχική μου υγεία
Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2014
Αναγνώσεις ποιημάτων στον Στάβλο
Την Τετάρτη, 12/2, στις 7.30 τ' απόγευμα, θα γίνουμε μια μεγάλη ποιητική παρέα, στον πολυχώρο Στάβλο, Ηρακλειδών 10, στο Θησείο. Πολύ θα χαρώ να σας δω :)
Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2012
αγρυπνία (ή ενός λεπτού... γραφή)
στον ποιητή του βλέμματος
το δέντρο που βουλιάζει
λίμνη Κερκίνη -τόπος
πάντα μετέωρος κι αποδημητικός
στην κόψη
ενός Κάπα
γερμένου στα νερά
πάντ' ανοιχτός πάντ' άγρυπνος
σε μι΄άλλη θάλασσα
μετράς ανάστροφα
το αύριο που δεν τελειώνει
25/1/12
Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2011
Την Κυριακή, 20/11/11, ποιητική βραδιά στο μπαράκι "Μελί - Μελί" (Μαρίνου Αντύπα 107Α στην Ηλιούπολη, τηλ. 6972 452326).
Θα διαβαστούν κείμενά μου, και θα κάνουμε παρέα, συζητώντας για ποίηση.
Τι καλύτερο για ένα χειμωνιάτικο Κυριακάτικο βράδυ, από ένα ποτό σ' ένα ζεστό χώρο, παρέα με ποίηση, καλή συντροφιά και καλή μουσική;
Σας περιμένω, στις 8.00 μ.μ.
(το έργο είναι της Μαριέλας Κωνσταντινίδου, από τη σειρά "στο μπαρ")
Παρασκευή 26 Αυγούστου 2011
Ακατέργαστο - Μηδεν
Και τι να δέσεις γύρω από την άβυσσο;
ένα μαντήλι; έναν κισσό; ένα σεληνόφως;
Γυρνώ τροχιές ατέρμονες
γύρω απ' αυτό το κέντρο που διαλύεται
μήπως το πλέξω με το θέλω
μήπως το πείσω με το πείσμα
μα όλο κι εγώ αδυνατίζω
μυριάδες χέρια και φωνές και μάτια
ξεσκίζουν κάθε πλέξη
Να διαλυθει! Να διαλυθεί!
ό,τι μας έχτισαν
και ό,τι χτίσαμε
μέσα σ' αυτό χτιστήκαμε
όρθια φαντάσματα
Να διαλυθεί! Να διαλυθεί!
ουρλιάζουν
κι άκαρπη κάθε μου προσπάθεια
να πλέξω τα κουρέλια
ένα μαντήλι; έναν κισσό; ένα σεληνόφως;
Γυρνώ τροχιές ατέρμονες
γύρω απ' αυτό το κέντρο που διαλύεται
μήπως το πλέξω με το θέλω
μήπως το πείσω με το πείσμα
μα όλο κι εγώ αδυνατίζω
μυριάδες χέρια και φωνές και μάτια
ξεσκίζουν κάθε πλέξη
Να διαλυθει! Να διαλυθεί!
ό,τι μας έχτισαν
και ό,τι χτίσαμε
μέσα σ' αυτό χτιστήκαμε
όρθια φαντάσματα
Να διαλυθεί! Να διαλυθεί!
ουρλιάζουν
κι άκαρπη κάθε μου προσπάθεια
να πλέξω τα κουρέλια
Δευτέρα 2 Μαΐου 2011
ο στίχος
Χαροκαμένες γυναίκες
Πέφτω στην άνοιξη
Το άλλοτε έγινε κάποτε
Δεν υπάρχει ανάπαυλα
Δεν αρρωσταίνω ποτέ
Πενθώ πάντα
Η μητέρα εικόνισμα
Νεκρή στ’ όνειρό μου
Η άνοιξη τρέχει
Ο άγνωστος πέθανε
Με τα γαλάζια του μάτια
Χαροκαμένες γυναίκες ο στίχος
Αρκεί
Χαροκαμένες γυναίκες
Η άνοιξη τρέχει
(Κουτσαίνω ανάμεσα)
Πέφτω στην άνοιξη
Το άλλοτε έγινε κάποτε
Δεν υπάρχει ανάπαυλα
Δεν αρρωσταίνω ποτέ
Πενθώ πάντα
Η μητέρα εικόνισμα
Νεκρή στ’ όνειρό μου
Η άνοιξη τρέχει
Ο άγνωστος πέθανε
Με τα γαλάζια του μάτια
Χαροκαμένες γυναίκες ο στίχος
Αρκεί
Χαροκαμένες γυναίκες
Η άνοιξη τρέχει
(Κουτσαίνω ανάμεσα)
Πέμπτη 21 Απριλίου 2011
Λευκοφόρος την διάνοιαν
"Είναι κανείς από το μέρος της αθωότητας -λευκοφόρος την διάνοιαν, που λέει κι ο Ρωμανός- σε δύο περιπτώσεις: όταν δεν έχει φτάσει στο σημείο να υποψιασθεί καν το μαύρο, κι όταν το έχει διατρέξει ως την έσχατη άκρη του, έτσι που να πατήσει από το άλλο μέρος πάλι στο λευκό. Με πλήρη συνείδηση ότι όσα γνώρισε στο αναμεταξύ τού είναι απολύτως άχρηστα. Μιλώ πέραν από την ανάγκη και πάνω από την ανισότητα των πεπρωμένων."
(Οδ. Ελύτης, "Εν λευκώ")Καλή Ανάσταση
Δευτέρα 7 Μαρτίου 2011
Ανασκαφές
Προειδοποίηση:
Οι σπηλιές έχουν δύο ανοίγματα.
Κανένα δεν βγάζει στον παράδεισο
I.
Οι κρυψώνες όλο και λιγοστεύουν
Υπάρχει πάντα ένας καλός λόγος να μισείς
Λίγο το ένα λίγο το άλλο
λες και δεν το ‘ξερες από παλιά
πώς αρπάζουν τα ξερόκλαδα
Αν κρυφτείς τελικά στη σπηλιά
άσε λίγο ανοιχτό το στόμιο
μη πνιγείς απ’ τους καπνούς
και ζεστάσου στη φωτιά σου
Εκείνοι καίγονται τρίζοντας
Μη γλείφεις τα δάχτυλά σου απ’ την πείνα
γονάτισε και παρακάλεσε
ν’ αντέξουν μέχρι το πρωί
Αύριο θα βγεις πάλι
να μαζέψεις φρύγανα
στην κοιλάδα της απωλείας
II.
Λέω ν’ ανοίξω αυτή την πόρτα
ελευθερώνοντας τα νερά
πρωτοβρόχια, καταιγίδες
και θλιμμένες ψιχάλες
Ίσως μετά έρθει η είδηση
το αναπάντεχο κενό
που εκκολάπτει
Συνάντησα τον αδερφό, τη μάννα, τον πατέρα
στα βλέφαρα μιας αγριότητας υγρής
να τρεμοπαίζουν με τη μοίρα
Νικούσαν πάντα τα νερά
και όποιος επιπλεύσει
Το ίδιο και στην πίκρα
ένα σανίδι, ένα πτώμα, ένας φελλός
και πού και πού κάποιος απελπισμένος
Τι ωφελεί να κλείνεις το στόμιο της σπηλιάς
αφού κι αυτή μες στα νερά περιπλανιέται
III.
Θέλω
θέλω να σας μιλήσω
για τα μυρμηγκιασμένα χέρια
και τους σπασμένους αστραγάλους
για τα παράξενα ορυχεία
των ακατέργαστων ονείρων
για τη δυσοσμία του έρωτα
μετά την ελεεινή φυγομαχία
για τις σπηλιές που κρύβουμε τις λύπες μας
να μην τις βρουν οι άνεμοι
για όλ’ αυτά που απολιθώνονται
στα στεκάμενα νερά
και μένουν
πατήματα ζωής
στην απέραντη αλάνα της θλίψης
Θέλω για πολλοστή φορά να σας μιλήσω
όμως φοβάμαι
τη μυστική ζωή ν’ ανοίξω
γιατ’ είναι ένα σκοινί χιλιοτριμμένο
που μόλις μας κρατάει δεμένους
με τον εαυτό μας
και πώς ν’ αντέξει
τον καταιγιστικό θυμό;
Οι σπηλιές έχουν δύο ανοίγματα.
Κανένα δεν βγάζει στον παράδεισο
I.
Οι κρυψώνες όλο και λιγοστεύουν
Υπάρχει πάντα ένας καλός λόγος να μισείς
Λίγο το ένα λίγο το άλλο
λες και δεν το ‘ξερες από παλιά
πώς αρπάζουν τα ξερόκλαδα
Αν κρυφτείς τελικά στη σπηλιά
άσε λίγο ανοιχτό το στόμιο
μη πνιγείς απ’ τους καπνούς
και ζεστάσου στη φωτιά σου
Εκείνοι καίγονται τρίζοντας
Μη γλείφεις τα δάχτυλά σου απ’ την πείνα
γονάτισε και παρακάλεσε
ν’ αντέξουν μέχρι το πρωί
Αύριο θα βγεις πάλι
να μαζέψεις φρύγανα
στην κοιλάδα της απωλείας
II.
Λέω ν’ ανοίξω αυτή την πόρτα
ελευθερώνοντας τα νερά
πρωτοβρόχια, καταιγίδες
και θλιμμένες ψιχάλες
Ίσως μετά έρθει η είδηση
το αναπάντεχο κενό
που εκκολάπτει
Συνάντησα τον αδερφό, τη μάννα, τον πατέρα
στα βλέφαρα μιας αγριότητας υγρής
να τρεμοπαίζουν με τη μοίρα
Νικούσαν πάντα τα νερά
και όποιος επιπλεύσει
Το ίδιο και στην πίκρα
ένα σανίδι, ένα πτώμα, ένας φελλός
και πού και πού κάποιος απελπισμένος
Τι ωφελεί να κλείνεις το στόμιο της σπηλιάς
αφού κι αυτή μες στα νερά περιπλανιέται
III.
Θέλω
θέλω να σας μιλήσω
για τα μυρμηγκιασμένα χέρια
και τους σπασμένους αστραγάλους
για τα παράξενα ορυχεία
των ακατέργαστων ονείρων
για τη δυσοσμία του έρωτα
μετά την ελεεινή φυγομαχία
για τις σπηλιές που κρύβουμε τις λύπες μας
να μην τις βρουν οι άνεμοι
για όλ’ αυτά που απολιθώνονται
στα στεκάμενα νερά
και μένουν
πατήματα ζωής
στην απέραντη αλάνα της θλίψης
Θέλω για πολλοστή φορά να σας μιλήσω
όμως φοβάμαι
τη μυστική ζωή ν’ ανοίξω
γιατ’ είναι ένα σκοινί χιλιοτριμμένο
που μόλις μας κρατάει δεμένους
με τον εαυτό μας
και πώς ν’ αντέξει
τον καταιγιστικό θυμό;
Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2011
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)