"Ποιητικά μόνον οικεί στ' αλήθεια ο άνθρωπος τη γης ετούτη" Martin Heidegger

Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2009

Σκέφτομαι και γράφω



Κατά τον πόλεμό του ο καθείς
Φτιάχνει το μνήμα του

------------------

Αρκετά κυνηγήσαμε ανεμόμυλους.
Ήρθε ο καιρός
να πολεμήσουμε ανέμους.

------------------

Οι άνθρωποι κάνουν παιδιά,
για να δανείζονται τα όνειρά τους,
όταν τελειώνουν τα δικά τους.

-ενίοτε τα κλέβουν κιόλας.

------------------

Καντιανός σύνθετος συνθετικός συλλογισμός

Ένα θέλω είναι πάντα μια αλήθεια.
Ένα ψέμα είναι πάντα ένα θέλω.
Άρα
Ένα ψέμα είναι πάντα μια αλήθεια.

------------------

Στην τέχνη όπως και στο έγκλημα
το αποτέλεσμα μετράει, όχι η επιθυμία.

------------------

Συνήθως οι άνθρωποι δεν διακρίνουν τη βλακεία από την αρετή.
Κι αυτό είναι μεγάλο λάθος.
Ενώ αντίθετα διακρίνουν την αρετή από την ομορφιά.
Κι αυτό είναι επίσης μεγάλο λάθος.

-γενικώς οι άνθρωποι κάνουν μεγάλα λάθη.

-------------------

Στην Μήδεια με αγάπη

Όταν το πάθος υπερβαίνει το ένστικτο
Ο άνθρωπος υπερβαίνει το ζώο.


(από Quinta essentia)

Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2009

Ζυγιάσου

Μ’ εφτάψυχες πληγές μη παραβγείς. Θα σε σαπίσουν.

Σ’ ετοιμοθάνατο σκυλί δώσε νερό
με οδοιπόρο πιες κρασί τη μάννα του να συγχωρέσεις
χωρίς ελπίδα χορτασμού μ’ αίμα μουριάς πλύνε τα χέρια
Έπειτα γύρισε στον ίδιο τόπο που σ’ αρνήθηκε
να ορκιστείς το όχι

Τρεις εκκλησιές προσκύνησες
κι οι τρεις σου πέταξαν τον οβολό στα μούτρα
μη περιμένεις αρετή
παίξ’ το μονά-ζυγά δικά σου
έτσι κι αλλιώς
η ιστορία σβήνει, δεν γράφει πια τραγούδια
χάσου
στα πανηγύρια της γυφτιάς
μικρός τελάλης άστρων
ο ουρανός θα σε γνωρίσει

Δεν χόρτασε η λύπη μου ζητάει
και δεν χωράει μοιρασιά
τόσα εσύ τόσα ο θάνατος
τ’ όνειρο που χτυπήθηκε στην άσφαλτο
μη ζητάς
να ταριχεύσεις
ημέρεψε την προσευχή
γύρνα το πρόσωπο
δεν έχει η λύπη μπέσα
Άγια Μαρίνα φύλαγε –αυτό μονάχα-
ένα σπιτάκι ξύλινο
και μια ευχούλα χόρτο

Πάνω στη θάλασσα
τα χελιδόνια γράφουν σύνθημα
πώς να διαβάσω;
τα βλέφαρά μου πεταλούδες
πολύχρωμες χρυσές
και μια μικρούλα θλίψη μπλε
να παίζει όλο τριγύρω

Ζυγιάσου
το ένα χέρι πάνω απ’ τη γιορτή
το άλλο πάνω απ’ το βόμβο των δακρύων
πίσω το παραμύθι ανέγγιχτο από τ’ άδικο
εμπρός του γιασεμιού η σιγή ανεβαίνει
Ακολούθησε
μη βλέπεις κάτω
το πλακόστρωτο γεμάτο ανθρώπους
κοιτάζουν τα παπούτσια τους προσηλωμένοι
τα πόδια τους κρατούν σφιχτά δεμένα στο κορμί τους
μη ξαφνικά αποστατήσουν
από μια έκρηξη ντροπής
Συνέχισε
ο ίλιγγος δεν σου ταιριάζει
ούτε η μετάνοια
η Παναγία δεν ξεχνάει ποτέ
κρατά λογαριασμό
θυσία – ικεσία
θυσία – ικεσία
Πέτα το βάρος
η ευωδία δικαιώνει

Ζυγιάσου
πάνω στ’ αόρατο σχοινί
όρθια γλυκάνησος
παιδιά της επαρχίας
τον ήλιο παίζουν τόμπολα
γλιστράνε στο μαχαίρι
Τάξου

στη λαμπερή στιγμή
-ποιος είπε πως πάτησαν το φεγγάρι;
το φέγγος δεν πατιέται-
Γράψε
αγριοστάφυλο πάνω στη θάλασσα
και φύγε χελιδόνι.

Φύγε!

Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2009

ο ελάχιστος κήπος

Από τη στήλη "αλιεύοντας", που έχει μείνει καιρό σιωπηλή, έχω σήμερα να σας συστήσω μια ποιήτρια που με χαρά ανακάλυψα. Η Γιάννα Μπούκοβα, γεννημένη στη Βουλγαρία και εγκατεστημένη στην Ελλάδα, έχει έναν λόγο σαν νυστέρι. Ευθύβολο και κοφτερό, που πιάνει βάθος. Στην Ελλάδα έχει εκδοθεί η ποιητική της συλλογή "Ο ελάχιστος κήπος", από τις εκδόσεις Ίκαρος. Χαρείτε δύο ποιήματά της, σαν δείγμα γραφής, και αναζητείστε τα υπόλοιπα. Πιστεύω πως αξίζει τον κόπο.


Ο ποιητής ολόκληρος στα λευκά

Ένα πρωί ο ποιητής φόρεσε το άσπρο του σακάκι, έβαλε το άσπρο
του καπέλο, έσφιξε τα λουριά στα δύο άσπρα σκυλιά του και βγήκε
στο δρόμο. Και στο περίπτερο, ενώ έπαιρνε τα ρέστα απ΄τα τσιγάρα
ξαφνικά – σ΄ αγαπώ, είπε. Κάτι που πείραξε πολύ εκείνον που
πουλούσε τα τσιγάρα. Του έθιξε την ανδρική του τιμή, την εθνική
του υπόληψη και όλο του το σόι γενεές δεκατέσσερις. Κι ό,τι ήταν
έτοιμος να πεταχτεί επάνω για να βάλει τα πράγματα στη θέση
τους, είδε τον ποιητή να προσπερνάει, με ανθηρή διάθεση, γοητεύοντας
άστοχα όλα τα έντομα, αφήνοντας ξοπίσω του ένα ακανόνιστο
αυλάκι γεμάτο αίματα και τελικές προτάσεις.


Τραφαλγκάρ

Το δέρμα μου μαύρη ήπειρος
Όλο το βράδυ μάζευα τα παιχνίδια μου
τον μικρό πέτρινο παλιάτσο
που ανατριχιάζει τις σκιές
τον γαλάζιο τίγρη με το ρόδο καρφωμένο
στην καρδιά
και το αεροπλάνο που δεν πέταξε ποτέε
πάνω απ’ τον ισημερινό της σιωπής

Κι αφού μιλάω για την παιδική μου ηλικία
ας μην ξεχάσω τον κισσό που ροκάνιζε τη νύχτα τον τοίχο
και γλιστρούσε μέσα στο κρεβάτι μου

Και μια απαλή κόκκινη αυλαία
στο τέλος της πρώτης πράξης

«Σαραγόσα» – έλεγα
όπως θά ‘λεγε κανείς «Στο διάολο»
ή κάποιος άλλος «Άνοιξε, Σουσάμι»
«Καρχηδόνα» –έλεγα – «Τραφαλγκάρ»

Αλλά δεν είχα πια άλλους χάρτες
άλλα χαρτιά δεν είχα στο μανίκι μου
Έβλεπα από πάνω μου σκυμμένο το φεγγάρι
Για αίμα διψούσε και θεάματα

Σίγουρα

σίγουρα υπάρχει εξήγηση
όταν μεγαλώσω


Δείτε και:

http://www.poema.gr/poem.php?id=144&pid=19

http://www.poiein.gr/index.php?s=%CC%F0%EF%F5%EA%EF%E2%E1&submit=%CF%CA

http://genesis.ee.auth.gr/dimakis/naenamilo/2/18.html

Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2009

καλά-κακά. Διαλέξτε.

Πήγα εχθές στο πρώτο Poetry slam που διοργανώνεται στην Ελλάδα. Τι είναι το Poetry slam; Ένας ποιητικός διαγωνισμός όπου οι ποιητές που συμμετέχουν παρουσιάζουν ζωντανά στη σκηνή με θεατρικό τρόπο κάποιο κείμενό τους. Όταν το έμαθα ενθουσιάστηκα, γιατί από καιρό γυρίζει στο μυαλό μου αυτή η ιδέα της ποιητικής performance, την οποία βρίσκω ιδιαίτερα γοητευτική. Φευ! Τι απογοήτευση! Αυτό που παρακολούθησα δεν ήταν ούτε ποίηση, ούτε θέατρο. Ήταν η ακατάσχετη λογοδιάρροια κάποιων ανθρώπων, που πηγαινοέρχονταν ή στέκονταν στη σκηνή, χωρίς ίχνος θεατρικότητας, ακόμα κι όταν απλώς απήγγειλαν το κομμάτι τους. Ήταν ένας Άγιος Παντελεήμονας ατάλαντων. Τραγικό. Δεν καταλαβαίνω πώς καταφέρνουμε στην Ελλάδα και εξευτελίζουμε κάθε καλή ιδέα. Νομίζω πως φταίει το θράσος μας. Κάποιος που υποτίθεται πως γράφει ποίηση, δεν μπορεί να μην έχει ποτέ του διαβάσει ποίηση. Και κάποιος που υποτίθεται πως παίζει θέατρο, δεν μπορεί να μην έχει δει ποτέ του θέατρο. Αν έχεις διαβάσει ποίηση και έχεις δει θέατρο, δεν είναι δυνατόν να μη καταλαβαίνεις ότι αυτό που κάνεις δεν έχει καμμία σχέση μαζί τους. Ποιος απίστευτος λοιπόν εγωισμός σε οδηγεί στο να ταλαιπωρήσεις 50-100 ανθρώπους που άφησαν το ωραίο τους σπιτάκι, τις δουλειές τους, τις ασχολίες τους, που έχασαν ένα πολύτιμο απόγευμα από τη ζωή τους, για να έρθουν να παρακολουθήσουν Ποίηση και Θέατρο και αντ’ αυτού υπέστησαν ψυχικό και υπαρξιακό κλονισμό; Δεν το καταλαβαίνω. Ειλικρινά μια τέτοια έλλειψη σεβασμού στον άλλον, αλλά και στις τέχνες, που υποτίθεται ότι αγαπάς, με υπερβαίνει. Πιστεύω όμως ότι γι’ αυτά τα φαινόμενα έχουμε ευθύνη κι εμείς, το κοινό, που στο όνομα μιας ψευτοδημοκρατίας και μιας ψευτοευγένειας, αντί να ρίχνουμε ντομάτες και γιουχαίσματα σ’ αυτούς τους θρασείς, τους χειροκροτούμε «πολιτισμένα». Φυσικά μέσα στον αχταρμά υπήρχαν και μια δυο συμπαθείς περιπτώσεις, αλλά αυτό καθόλου δεν αναιρεί τα προηγούμενα. Η όλη βραδιά ήταν ένα ανεκδιήγητο φιάσκο. Λυπήθηκα. Λυπήθηκα βαθύτατα.
Βγήκα στη βροχερή πλατεία των Εξαρχείων με κατεβασμένο το κεφάλι και άρχισα να περιφέρομαι άσκοπα στους δρόμους, προσπαθώντας να συνέλθω. Η νυχτερινή πόλη είναι πάντα γοητευτική. Είδα κάποια εξαιρετικά γκράφιτις -αλλά και τεράστιο πλήθος μουντζουρωμένων νεοκλασικών άρτι αναπαλαιωμένων-, διασταυρώθηκα με αρκετούς μετανάστες που κανένα αίσθημα κινδύνου δεν μου προκάλεσαν, και δεν ενοχλήθηκα καθόλου από την φημολογούμενη αστυνομοκρατία, την οποία εγώ δεν είδα πουθενά. Όλ’ αυτά κάπως με παρηγόρησαν, ώσπου περνώντας έξω από την Έλλη, είδα ότι έπαιζε το «Ακαδημία Πλάτωνος». Μπήκα και το είδα. Ανακούφιση. (νάσαι καλά Γιώργο που μας το σύστησες). Επιτέλους κάτι πραγματικά καλό. Μια ταινία που τολμάει να πει τα πράγματα με το όνομά τους. Ακριβώς. Μια ταινία χωρίς φανφάρες, μελοδραματισμούς και άτεχνους διδακτισμούς, που αποτυπώνει με απόλυτο ρεαλισμό, και μ’ έναν τρόπο που συχνά σε κάνει να γελάς, την τραγελαφική ελληνική στάση απέναντι στο ζήτημα των μεταναστών, αλλά και αναδεικνύει ήρεμα, σοφά θα έλεγα, το βάθος, την αλήθεια και την τραγικότητα του προβλήματος . Ο Α. Καφετζόπουλος, που είχα καιρό να δω, εκπληκτικός. Αλλά και όλες οι υπόλοιπες ερμηνείες απέριττες, πειστικές, αποτελεσματικές, εναρμονισμένες με τη λιτή, ουσιαστική, και με πολύ καλή οικονομία σκηνοθεσία του Φ. Τσίτου.
Ευτυχώς, εκτός από κακά, γίνονται και καλά πράγματα στην Ελλάδα. Το ξεσκαρτάρισμα δικό μας.