Αφού τα είπα και ξεθύμανα, επανέρχομαι σε ό,τι αυτό το μπλογκ συνηθίζει: στα όμορφα πράγματα που υπάρχουν γύρω μας.
Σήμερα, ημέρα που γιορτάζει η ποίηση, και κάνει την είσοδό της η άνοιξη, θα σας μιλήσω για κάτι εξόχως ποιητικό και ανοιξιάτικο.
Εδώ και λίγες μέρες μένουν κοντά μας δυο νέοι άνθρωποι, ένας Κούρδος και μια Ρουμάνα, με την κορούλα τους, την Εσμεράλδα. Θα πείτε και τι το ιδιαίτερο έχει αυτό; Εκ πρώτης όψεως κανένα. Όμως αυτοί οι τρεις άνθρωποι αποπνέουν μια γλυκύτητα που καιρό έχω να συναντήσω στους βολεμένους συμπατριώτες μας. Άνθρωποι κυνηγημένοι, που μέχρι πρότινος ζούσαν στοιβαγμένοι, οι τρεις τους κι ένας ακόμη άνεργος ξάδελφός τους, σε «καμαρούλα μια σταλιά» στην κυριολεξία –αδυνατώ να φανταστώ πώς-, χωρίς θέρμανση, μαγειρεύοντας σε πετρογκάζ, ψάχνοντας για το μεροκάματο με το κυάλι. Σε κατάσταση απόγνωσης για να μην πολυλογώ. Τέτοια, που ήταν έτοιμοι να γυρίσουν στο Κουρδιστάν, κι ας πήγαινε ο Αράμ φυλακή, με το που θα πάταγε το πόδι του εκεί –πολιτικός πρόσφυγας γαρ. «Τουλάχιστον θα γλυτώναμε το ένα πιάτο, μου λέει, η Βάλη κάτι θα έβρισκε να κάνει, και ίσως, αν ήμουν τυχερός, θα έβγαινα σε μερικά χρόνια, και θα ζούσαμε πάλι μαζί.» Η ιστορία τους; Εκείνος παντρεμένος στη πατρίδα του, έφυγε για να μην τον πιάσουν, και ξαναγύρισε μία μόνο φορά, για την ταφή του δεκάχρονου γιου του, που σκοτώθηκε σε βομβαρδισμό. Εκείνη χωρισμένη, με έναν γιο δέκα οκτώ ετών, που ζει και δουλεύει στη Ρουμανία –δεν τολμάει να του προτείνει να έρθει εδώ, όπως είναι τα πράγματα-, ήρθε στην Ελλάδα για να μπορέσει να επιβιώσει. Μπορείτε να φανταστείτε το πόσο δύσκολο ήταν και για τους δύο να τα καταφέρουν στις εχθρικές και δύσκολες συνθήκες της… «φιλόξενης» πατρίδας μας. Κι όμως τα κατάφεραν. Το εντυπωσιακό ωστόσο δεν είναι μόνο αυτό. Είναι το ότι δεν χορταίνεις να βλέπεις τα μάτια και το χαμόγελό τους. Δυο όμορφοι, υγιείς, νέοι άνθρωποι, που τους κοιτάζεις και πουθενά στο βλέμμα τους δεν διαβάζεις κακεντρέχεια, πονηριά, ούτε καν θλίψη. Βλέπεις πάντα δυο καθαρά μάτια, που σε κοιτάζουν ευγενικά, ήρεμα, λαμπερά, καλοπροαίρετα. Καμμιά μεμψιμοιρία, καμμιά δουλικότητα, καμμιά καχυποψία. Πρόθυμοι να προσφέρουν όπου και όπως μπορούν, πάντα ωστόσο με μια φυσική αξιοπρέπεια που δεν χρειάζεται να αποδείξουν, να δουλέψουν τίμια και ευσυνείδητα, χωρίς τις γνωστές κουτοπονηριές της δικής μας… «περήφανης» ράτσας, να χαρούν με ό,τι όμορφο τους χαρίζει η τύχη, χωρίς τη διαρκή γκρίνια και μιζέρια που τρέχει απ’ τα μπατζάκια των απανταχού «αδικημένων» συμπολιτών μας. Γνωρίστηκαν εδώ, αγαπήθηκαν, παντρεύτηκαν και έκαναν το κοριτσάκι τους. Ένα υπέροχο, χαρούμενο πλασματάκι που όλο χαμογελάει. Τους βλέπω μαζί, τόσο ήρεμους, τόσο αληθινούς, τόσο πλήρεις, τώρα που η ζωή τούς άναψε ένα φως, να στήνουν το σπιτικό τους πραγματάκι – πραγματάκι, να στήνουν τη ζωή τους στιγμή – στιγμή, να στήνουν την αγάπη τους χαμόγελο - χαμόγελο, κι αισθάνομαι να με επισκέπτεται η ομορφιά αυτοπροσώπως.
Ειλικρινά δεν βρίσκω τίποτα πιο ταιριαστό να πω γι’ αυτή τη μέρα της γιορτής.
Σήμερα, ημέρα που γιορτάζει η ποίηση, και κάνει την είσοδό της η άνοιξη, θα σας μιλήσω για κάτι εξόχως ποιητικό και ανοιξιάτικο.
Εδώ και λίγες μέρες μένουν κοντά μας δυο νέοι άνθρωποι, ένας Κούρδος και μια Ρουμάνα, με την κορούλα τους, την Εσμεράλδα. Θα πείτε και τι το ιδιαίτερο έχει αυτό; Εκ πρώτης όψεως κανένα. Όμως αυτοί οι τρεις άνθρωποι αποπνέουν μια γλυκύτητα που καιρό έχω να συναντήσω στους βολεμένους συμπατριώτες μας. Άνθρωποι κυνηγημένοι, που μέχρι πρότινος ζούσαν στοιβαγμένοι, οι τρεις τους κι ένας ακόμη άνεργος ξάδελφός τους, σε «καμαρούλα μια σταλιά» στην κυριολεξία –αδυνατώ να φανταστώ πώς-, χωρίς θέρμανση, μαγειρεύοντας σε πετρογκάζ, ψάχνοντας για το μεροκάματο με το κυάλι. Σε κατάσταση απόγνωσης για να μην πολυλογώ. Τέτοια, που ήταν έτοιμοι να γυρίσουν στο Κουρδιστάν, κι ας πήγαινε ο Αράμ φυλακή, με το που θα πάταγε το πόδι του εκεί –πολιτικός πρόσφυγας γαρ. «Τουλάχιστον θα γλυτώναμε το ένα πιάτο, μου λέει, η Βάλη κάτι θα έβρισκε να κάνει, και ίσως, αν ήμουν τυχερός, θα έβγαινα σε μερικά χρόνια, και θα ζούσαμε πάλι μαζί.» Η ιστορία τους; Εκείνος παντρεμένος στη πατρίδα του, έφυγε για να μην τον πιάσουν, και ξαναγύρισε μία μόνο φορά, για την ταφή του δεκάχρονου γιου του, που σκοτώθηκε σε βομβαρδισμό. Εκείνη χωρισμένη, με έναν γιο δέκα οκτώ ετών, που ζει και δουλεύει στη Ρουμανία –δεν τολμάει να του προτείνει να έρθει εδώ, όπως είναι τα πράγματα-, ήρθε στην Ελλάδα για να μπορέσει να επιβιώσει. Μπορείτε να φανταστείτε το πόσο δύσκολο ήταν και για τους δύο να τα καταφέρουν στις εχθρικές και δύσκολες συνθήκες της… «φιλόξενης» πατρίδας μας. Κι όμως τα κατάφεραν. Το εντυπωσιακό ωστόσο δεν είναι μόνο αυτό. Είναι το ότι δεν χορταίνεις να βλέπεις τα μάτια και το χαμόγελό τους. Δυο όμορφοι, υγιείς, νέοι άνθρωποι, που τους κοιτάζεις και πουθενά στο βλέμμα τους δεν διαβάζεις κακεντρέχεια, πονηριά, ούτε καν θλίψη. Βλέπεις πάντα δυο καθαρά μάτια, που σε κοιτάζουν ευγενικά, ήρεμα, λαμπερά, καλοπροαίρετα. Καμμιά μεμψιμοιρία, καμμιά δουλικότητα, καμμιά καχυποψία. Πρόθυμοι να προσφέρουν όπου και όπως μπορούν, πάντα ωστόσο με μια φυσική αξιοπρέπεια που δεν χρειάζεται να αποδείξουν, να δουλέψουν τίμια και ευσυνείδητα, χωρίς τις γνωστές κουτοπονηριές της δικής μας… «περήφανης» ράτσας, να χαρούν με ό,τι όμορφο τους χαρίζει η τύχη, χωρίς τη διαρκή γκρίνια και μιζέρια που τρέχει απ’ τα μπατζάκια των απανταχού «αδικημένων» συμπολιτών μας. Γνωρίστηκαν εδώ, αγαπήθηκαν, παντρεύτηκαν και έκαναν το κοριτσάκι τους. Ένα υπέροχο, χαρούμενο πλασματάκι που όλο χαμογελάει. Τους βλέπω μαζί, τόσο ήρεμους, τόσο αληθινούς, τόσο πλήρεις, τώρα που η ζωή τούς άναψε ένα φως, να στήνουν το σπιτικό τους πραγματάκι – πραγματάκι, να στήνουν τη ζωή τους στιγμή – στιγμή, να στήνουν την αγάπη τους χαμόγελο - χαμόγελο, κι αισθάνομαι να με επισκέπτεται η ομορφιά αυτοπροσώπως.
Ειλικρινά δεν βρίσκω τίποτα πιο ταιριαστό να πω γι’ αυτή τη μέρα της γιορτής.
14 σχόλια:
Ειναι τόσο ωραίο και χορταστικό το κέρασμά σου, μέρα που είναι, που λέω να αναβάλλω την γκρινιάρικη ανάρτηση που λογάριαζα να κάνω. Διέλυσε όλη τη μουντάδα αυτής της παράξενης πρεμιέρας της Ανοιξης κι έδιωξε όλη τη μιζέρια. Για αντίδωρο ένα χαμόγελο κι ένα μπουκέτο φρέζιες
Ζεστασιά, ανθρωπιά μάς κέρασες, λορελάη, για να μην ξεχνάμε τι είναι άνθρωπος, τι αξιοπρέπεια, τι ζωή. Ευχές σε εσένα και στους δυο αγαπημένους σου γείτονες.
Τι όμορφα που ένοιωσα πίνοντας τον πρωινό μου καφέ...
Μεγάλο μάθημα μας έδωσες Αγγέλα μου, πέρα από τα ζεστά συναισθήματα.
Και ελπιδοφόρο συνάμα μια και διαβάζοντας την ιστορία σου σκέφτομαι πως, ναι, υπάρχουν ακόμα άνθρωποι γύρω μας!
Μια μεγάλη φωτεινή ηλιόλουστη αγκαλιά για σένα...
Κι από μένα εδώ από το νησί μια φωτεινή καλημέρα και ένα ευχαριστώ για την πιο όμορφη ανάρτηση της μέρας στην μπλογκογειτονιά μας. Ήταν ό,τι έπρεπε...
σα χειμωνιάτικη λιακάδα.......
μμμ, υπέροχη η επίγευση των λέξεών σου!
πες τους μια καλημέρα κι από μένα...πρόσφυγα στην ίδια του την πατρίδα
Λιακάδα και για μένα η ζεστή σας ανταπόκριση.
(Όπως κατάλαβες Γιάννη, όλοι όσοι συχνάζουμε σ' αυτή τη γειτονιά, έτσι νιώθουμε, όπως ακριβώς το λες: πρόσφυγες στην ίδια μας την πατρίδα!)
Ώρες-ώρες σκέφτομαι ότι ίσως αυτοί οι "ξένοι" είναι μια ευλογία για μας τους ξεμυαλισμένους από την κοινωνία της αφθονίας νεοέλληνες. Ίσως χαρίσουν σ' αυτόν τον τόπο ό,τι έχασε -και ξέχασε όπως λέει ο Θερσίτης- βγαίνοντας από την πραγματική -και όχι πλασματική, που επιβάλλει ο σύγχρονος ασύδοτος καταναλωτισμός- ανέχεια της μεταπολεμικής εποχής: την ανθρωπιά, και την αξιολόγηση με αληθινά κριτήρια ζωής του τι είναι σημαντικό και τι όχι.
Μια ζεστή καλημέρα κι από μένα σε όλους :)
Τα.... είπα Αγγέλα μου κι εγώ!
(αυτό είναι σχόλιο για την προηγούμενη ανάρτηση...)
Όντως η ζωή τους ένα ποίημα. Όμορφα. Μέρα καλή
Το είδα Μαριέλα μου. Καλά έκανες! :))
Η ζωή Λάκη μου είναι ποιητική, όταν έτσι την βλέπουμε... :)
Ανυπομονώ... καταλαβαίνεις... απ' το πρώτο κιόλας άκουσμα...
φιλάκι
g
Ωραιότατη βεβαίως ανάρτηση που καταδεικνύει πώς οι κατατρεγμένοι καταφέρνουν να εκτιμήσουν το παραμικρό ψίχουλο ζωής που τους χαρίζεται ή κερδίζουν. Τελικά εν ολίγοις έχουν μάθει να μαζεύουν στάλα-στάλα τη ζωή τη στιγμή που όλοι οι υπόλοιποι συχνά-πυκνά μηρυκάζουμε τη μιζέρια αλέθοντας και την ομορφιά παρέα με την ασχήμια. Απλά αναρωτιόμουν μήπως καμιά φορά θέλουμε να βλέπουμε έτσι κάπως ωραιοποιημένη τη στάση ζωής των κατατρεγμένων από ανάγκη να διδαχθούμε εμείς οι "άλλοι" πώς να εκτιμάμε τα ανεκτίμητα που με τόση ευκολία πετάμε στα σκουπίδια.
Πολύ γλυκό Αγγέλα μου....
Η ποίηση του ουσιαστικού
Να σαι καλά
Σου στέλνω την καλησπέρα μου και ένα μεγάλο ευχαριστώ για το όμορφο κείμενό σου.Η ποίηση γιορτάζεται με τον καλύτερο τρόπο μόνο με πρωτογενή και αυθεντικά υλικά ζωής . Σε ευχαριστώ και για τα μηνύματά σου στα οποία λόγω φόρτου εργασίας δεν μπόρεσα να απαντήσω.Πολλές ανοιξιάτικες ευχές!
Δημοσίευση σχολίου